usufruit - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

usufruit - translation to Αγγλικά


usufruit         
n. usufruct, right of use of property which belongs to another (Law)
usufruit avec réversibilité      
n. usufruct, usufruct with reversibility

Βικιπαίδεια

Usufruit
L'usufruit est le droit de se servir d'un bien (habiter une maison, utiliser du mobilier…) ou d'en percevoir les revenus (par exemple encaisser des loyers, des intérêts ou des dividendes), sans pour autant s'en dessaisir. En France, il est défini à l'article 578 du Code civil.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για usufruit
1. La Confédération remplira ŕ partir de ce moment le mandat de puissance protectrice de plusieurs gouvernements qui ont rompu leurs relations diplomatiques avec La Havane.» En 1'68, la Confédération obtient un usufruit permanent (100 ans) de la maison.
2. Ainsi, il peut donner en location le bien soumis à son usufruit, et si par exemple celui–ci porte sur une créance, cest lui qui en encaissera le montant à léchéance.
3. A lattention des profanes ÷ il faut préciser que le droit dit de " pleine propriété " que lon peut légitimement avoir sur un bien acheté, créé par soi–même ou reçu par voie de donation entre vifs ou encore par suite dune succession, est composé de deux parties susceptibles dêtre séparées en " nue–propriété " dune part et en " usufruit " dautre part.